Το 2023, οκτώ στις δέκα εισηγμένες επιχειρήσεις κατέγραψαν κέρδη και μία στις τρεις ρεκόρ κερδοφορίας όλων των εποχών
«Η σκέψη μας πρέπει να τρέχει πρωτίστως στους πιο αδύναμους συμπολίτες μας», είπε στο πασχαλιάτικο μήνυμά του ο Κ. Μητσοτάκης, αλλά η πολιτική που με… ευλάβεια εφαρμόζει σε όλη την κυβερνητική του θητεία κάνει τους δυνατούς δυνατότερους και τους πλούσιους πλουσιότερους αφήνοντας στην ένδεια την κοινωνική πλειοψηφία. Δεν είναι τυχαίο ότι η απροκάλυπτα ταξική πολιτική της κυβέρνησης υπέρ του κεφαλαίου οδηγεί στην κατάρριψη του ενός μετά του άλλου των ρεκόρ που αφορούν στους δείκτες κερδοφορίας των επιχειρήσεων, σε μια περίοδο που το εισόδημα των εργαζομένων όχι μόνο δεν αυξάνεται, αλλά συμπιέζεται περαιτέρω από τον πληθωρισμό, την ακρίβεια σε βασικά αγαθά και τους καθηλωμένους μισθούς σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Χρονιά-ρεκόρ για την κερδοφορία ήταν το 2023 για τις ελληνικές επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο, ενώ ρεκόρ 16 ετών κατέγραψαν και τα προς διανομή μερίσματα που θα λάβουν οι μέτοχοί τους, αποδεικνύοντας ότι τα κέρδη του κεφαλαίου είναι ο κλεμμένος πλούτος των εργαζόμενων που παίρνουν μόνο τα ξεροκόμματα. Μια χρονιά πριν, το 2022, τα συνολικά κέρδη EBITDA των 500 πιο κερδοφόρων εταιρειών της χώρας αυξήθηκαν κατά 75,5% σε ετήσια βάση και ανήλθαν σε 25,1 δισ. ευρώ (ICAP CRIF) ενώ τα συνολικά προ φόρου κέρδη υπερδιπλασιάστηκαν και διαμορφώθηκαν σε 19,9 δισ. ευρώ.
Ειδικότερα, οι 150 εισηγμένες που δημοσίευσαν αποτελέσματα – τράπεζες, επενδυτικές, ασφαλιστικές, βιομηχανίες κ.α– εμφάνισαν καθαρά κέρδη 10,81 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 1,7%, καταρρίπτοντας το ρεκόρ του 2022 που ήταν έτος-ορόσημο, καθώς είχαν ξεπεραστεί οι επιδόσεις της «χρυσής περιόδου» της πενταετίας 2004-2008. Αποκαλυπτικοί για την εποχή των «παχιών αγελάδων» που βιώνει το εγχώριο κεφάλαιο είναι και ορισμένοι αριθμοί: Το 81% των εισηγμένων παρουσίασε κέρδη, το 41% έκανε ιστορικό ρεκόρ τζίρου, το 40% τα υψηλότερα EBITDA της εισηγμένης ιστορίας τους και το 29% ρεκόρ κερδοφορίας όλων των εποχών. Αρκετές εισηγμένες κατάφεραν, μάλιστα, να καταρρίψουν για δεύτερο συνεχόμενο έτος το ρεκόρ τους – κυρίως αυτές που σχετίζονται με τον τουρισμό, τις κατασκευές και τα μεγάλα έργα, το λιανεμπόριο κ.α. (π.χ. Aegean, ΤΙΤΑΝ, Cenergy, Jumbo, Mytilineos, ΔΑΑ).
Τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης που έχει «φιλοτεχνήσει» η ΕΕ για να στηρίξει το κεφάλαιο –και όχι τους εργαζόμενους ή τις «χώρες» γενικά – αποδείχτηκε ότι τροφοδότησαν τα κέρδη πολλών κλάδων, όπως η πληροφορική και οι κατασκευές. Ο δε κλάδος της ενέργειας μπορεί να μην είχε τα «ουρανοκατέβατα» κέρδη του 2022, αλλά συνέχισε την ανοδική του πορεία, ενώ το real estate είδε την καθαρή κερδοφορία του να εκτινάσσεται κατά 53%, την ίδια στιγμή που τα νοικοκυριά βλέπουν τα ενοίκια να αυξάνονται χρόνο τον χρόνο. Όσον αφορά τα μερίσματα που θα διανείμουν οι εισηγμένες, αναμένεται να ξεπεράσουν τα 3,8 δισ. ευρώ, τα υψηλότερα από το «χρυσό» 2008 και αυξημένα κατά 58% σε σχέση με το 2022.
Με κάτω από 1.000 ευρώ αμείβεται ένας στους δύο εργαζόμενους,«πρωταθλήτρια» Ευρώπης η Ελλάδα σε ώρες εργασίας και υπερωρίες
Αυτή η εικόνα εξηγεί ανάγλυφα γιατί οι φτωχοί έγιναν ακόμη φτωχότεροι και οι πλούσιοι ακόμη πλουσιότεροι, όπως και το ίδιο το ΙΟΒΕ παραδέχεται συγκρίνοντας τα εισοδήματα που δηλώθηκαν στην ΑΑΔΕ από το 2012 έως το 2021. Όπως προκύπτει, το κατώτατο 20% έλαβε μόλις το 0,2% του συνολικού εισοδήματος (έναντι του 1,4% το 2012) ενώ το ανώτατο 20% έβγαλε το 58,7% του συνολικού εισοδήματος (έναντι του 52,6%, το 2012) της Ελλάδας. Πρακτικά, το πλουσιότερο τμήμα του πληθυσμού αύξησε τα εισοδήματά του εν μέσω κρίσης, σε αντίθεση με το πλέον φτωχότερο τμήμα.
Τα παχυλά κέρδη των μεγάλων των εγχώριου καπιταλισμού δεν άλλαξαν την εικόνα και στα εισοδήματα των εργαζομένων. Κάθε άλλο, όπως δείχνουν τα επίσημα στατιστικά. Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα δουλεύουν περισσότερο και βγάζουν λιγότερα. Σύμφωνα με την ΕΡΓΑΝΗ, το 2023, 284.134 εργαζόμενοι (12,37%) είχαν μηνιαίες αποδοχές έως 500 ευρώ, ένας στους δύο (53.68%) αμειβόταν με λιγότερα από 1000 ευρώ, ενώ πάνω από 2.100 ευρώ που ήταν ο μέσος μηνιαίος μισθός (άγαμος χωρίς παιδί) στην ΕΕ (2022) έλαβε μόλις το 9,8%.
Η κακοπληρωμένη εργασία είναι αυτή, άλλωστε, που έχει αναγκάσει 122.375 άτομα να απασχολούνται σε πάνω από δύο εργοδότες, ενώ τον Μάρτιο 2024 το 39% εργαζόταν με μερική απασχόληση και το 9% με εκ περιτροπής, δηλαδή πλήρη απασχόληση είχε μόλις ένας στους δύο! Ευνόητο είναι οι εργαζόμενοι στη χώρα μας να αναδειχθούν «πρωταθλητές» Ευρώπης στην υπερεργασία το 2023, καθώς τo 11,6% αναγκάστηκε να εργαστεί πάνω από 49 ώρες την εβδομάδα,ενώ «πρωτιά» έχουν και στις ώρες εργασίας ανά εβδομάδα (41), όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 37,5 ώρες (Eurostat).
Η κυβέρνηση επαίρεται διαρκώς για τις «αυξήσεις» στον κατώτατο μισθό κατά τη διάρκεια της θητείας της. Ωστόσο, οι αριθμοί μαρτυρούν ότι η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών έχει μειωθεί. Συγκεκριμένα, ο μέσος μισθός για πλήρη απασχόληση στην Ελλάδα από 1.130 ευρώ (μεικτά) το 2019 αυξήθηκε κατά 10,6%, σε 1.251 ευρώ το 2023, όταν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ο πληθωρισμός αυξήθηκε κατά 13,7%! Επιπλέον, σε σχέση με το 2009, ο μέσος μισθός υπολείπεται κατά 19%, όταν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ο πληθωρισμός είχε ενισχυθεί σωρευτικά κατά 21%. Κατά συνέπεια, το επίπεδο των μισθών στην Ελλάδα, για να φτάσει στο ίδιο επίπεδο με πριν την οικονομική κρίση περίοδο και για να έχει την ίδια αγοραστική δύναμη, θα πρέπει να αυξηθεί τουλάχιστον κατά 40%.
Μόνο εάν μπουν τα ταξικά συμφέροντα μπροστά για το μαχόμενο εργατικό κίνημα, εάν γίνει προμετωπίδα ο αποφασιστικός αγώνας διαρκείας με βάση τις νέες ανάγκες και όχι τον «ρεαλισμό» της υποταγής, εάν υπάρξει σύγκρουση με την ΕΕ, την κυβέρνηση και τη συστημική «αντιπολίτευση», εάν «δημεύσουμε» τα κέρδη του κεφαλαίου, η ζωή μας θα γίνει αξιοβίωτη!
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (11.5.24)