Τρίτη 9 Απριλίου 2024

Τράπεζα Ελλάδας: Τα επιχειρηματικά κέρδη στο ζενίθ, στο ναδίρ η αγοραστική δύναμη

Τζούλη Καλημέρη: Τράπεζα Ελλάδας: Τα επιχειρηματικά κέρδη στο ζενίθ, στο ναδίρ η αγοραστική δύναμη. Ενώ η ακρίβεια καλπάζει, τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Αποκαλυπτικά για την πορεία του πληθωρισμού και της ακρίβειας στην ελληνική αγορά είναι τα στοιχεία που παραθέτει η έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας για το 2023.

Η πρώτη ανάγνωση δείχνει ότι την ώρα που τα επιχειρηματικά κέρδη παραμένουν υψηλά, διαγράφοντας όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά «εξαιρετική πορεία», η αγοραστική δύναμη καταγράφει μια ισχνή άνοδο που υπολείπεται του πληθωρισμού. Ένα άλλο αξιοσημείωτο είναι ότι ο γενικός πληθωρισμός επιβραδύνθηκε σε σχέση με το 2022, ενώ ο δομικός πληθωρισμός (πλην τις τιμές των ενεργειακών αγαθών και των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής) κινείται υψηλότερα σε σχέση με το 2022.

Ο πληθωρισμός, όπως μετριέται από τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), διαμορφώθηκε σε 4,2% το 2023 από 9,3% το 2022 ενώ ο δομικός πληθωρισμός ανήλθε σε 6,2% το 2023 από 5,7% το 2022. Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, η ενδυνάμωση του πληθωρισμού των μη ενεργειακών αγαθών το 2023 τροφοδότησε την άνοδο που κατέγραψε ο μέσος ετήσιος ρυθμός του δομικού πληθωρισμού.

Το 2023 η αγοραστική δύναμη των μέσων αμοιβών αυξήθηκε κατά 1,2%. Ο δείκτης μισθολογικού κόστους της ΕΛΣΤΑΤ εμφάνισε ετήσιο ρυθμό αύξησης 5,9% το 2023 (στοιχεία χωρίς εποχική ή άλλη διόρθωση). Το εννεάμηνο του 2023 το μερίδιο καθαρού κέρδους των ελληνικών μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων (που ορίζεται ως ο λόγος του καθαρού λειτουργικού πλεονάσματος προς την καθαρή προστιθέμενη αξία), το οποίο εκφράζει την απόδοση του επιχειρηματικού τομέα σε όρους λειτουργικών κερδών, υποχώρησε σε 37,7% έναντι 41,4% την αντίστοιχη περίοδο του 2022. Οι ρυθμοί μεταβολής του δείκτη περιθωρίων κέρδους για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας τα έτη 2021 και 2022 ξεπέρασαν τα ιστορικά υψηλά τους επίπεδα καταγράφοντας αύξηση 4,0% και 9,0% αντίστοιχα.

Η έκθεση προβλέπει ότι το 2024 θα σημειωθεί περαιτέρω επιβράδυνση του γενικού και του δομικού πληθωρισμο, καθώς όλες οι συνιστώσες δείχνουν τάση περαιτέρω αποκλιμάκωσης παρά τις έντονες γεωπολιτικές αβεβαιότητες.

Επιχειρηματικά κέρδη

Την περίοδο 2021-22 οι δείκτες περιθωρίου κέρδους των επιχειρήσεων ξεπέρασαν τα ιστορικά υψηλά τους, ιδιαίτερα στους τομείς της βιομηχανίας, των κατασκευών και των υπηρεσιών. Με βάση τα στοιχεία εθνικών λογαριασμών κατά την περίοδο 2021-2022 σημειώθηκε σημαντική αύξηση των περιθωρίων κέρδους. Πιο συγκεκριμένα, οι ρυθμοί μεταβολής του δείκτη περιθωρίων κέρδους για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας τα έτη 2021 και 2022 σημείωσαν αύξηση 4% και 9 % αντίστοιχα. «Η αύξηση των περιθωρίων κέρδους τη συγκεκριμένη περίοδο» σύμφωνα με την έκθεση «οφειλόταν τόσο στις υψηλές τιμές που καθόρισαν οι επιχειρήσεις με σκοπό να καλύψουν το αυξημένο κόστος παραγωγής τους όσο και στην υπερβάλλουσα ζήτηση που παρατηρήθηκε μετά το τέλος της πανδημίας και την επανεκκίνηση της οικονομίας. Το σχετικά μικρό μέγεθος της εγχώριας αγοράς προϊόντων και η υστέρηση της εφαρμογής επαρκών διαρθρωτικών αλλαγών στην εν λόγω αγορά είναι παράγοντες που δημιουργούν έλλειψη ανταγωνισμού και ευνοούν τη διεύρυνση των περιθωρίων κέρδους όταν οι οικονομικές συνθήκες το επιτρέπουν.

 
Το εννεάμηνο του 2023, η κερδοφορία των ελληνικών μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων υποχώρησε σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022. Το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων σε ονομαστικούς όρους μειώθηκε κατά 1,3% το εννεάμηνο του 2023 (έναντι αύξησης κατά 35,7% την αντίστοιχη περίοδο του 2022), ενώ το καθαρό λειτουργικό πλεόνασμα (που προκύπτει μετά την αφαίρεση της ανάλωσης του πάγιου κεφαλαίου) υποχώρησε ακόμη περισσότερο, κατά 7,6% (έναντι αύξησης κατά 56,9% την αντίστοιχη περίοδο του 2022).
 
«Η επιδείνωση αυτή» σύμφωνα με την έκθεση «οφείλεται κυρίως στη σημαντική επιβράδυνση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας σε 3,3% (από 25,7% την αντίστοιχη περίοδο του 2022), ενώ το εισόδημα εξαρτημένης εργασίας αυξήθηκε με σχεδόν διπλάσιο ρυθμό (6,2%) συγκριτικά με αυτόν της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας. Επίσης, η επίδραση των φόρων μείον επιδοτήσεων στην παραγωγή ήταν σημαντικά αρνητική, καθώς υπήρξε αξιοσημείωτη μείωση των επιδοτήσεων το εννεάμηνο του 2023 σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022.
 
Πιο συγκεκριμένα, υπήρξε σχεδόν καθολική απόσυρση των μέτρων στήριξης έναντι της πανδημίας και απόσυρση της πλειονότητας των ενεργειακών μέτρων στήριξης, καθώς οι τιμές της ενέργειας αποκλιμακώθηκαν σημαντικά. Κατά συνέπεια, το εννεάμηνο του 2023 το μερίδιο καθαρού κέρδους (που ορίζεται ως ο λόγος του καθαρού λειτουργικού πλεονάσματος προς την καθαρή προστιθέμενη αξία), το οποίο εκφράζει την απόδοση του επιχειρηματικού τομέα σε όρους λειτουργικών κερδών, υποχώρησε σε 37,7% έναντι 41,4% την αντίστοιχη περίοδο του 2022. Εντούτοις, παρέμεινε εντυπωσιακά υψηλότερο από το μέσο όρο της προ της πανδημίας τριετίας 2017-2019 (28,1%). Οι καλές επιδόσεις του τουριστικού και του κατασκευαστικού τομέα, συνδυαστικά με τις πληθωριστικές πιέσεις και προσδοκίες και τη διατήρηση της ζήτησης σε θετικούς ρυθμούς, τροφοδότησαν τα τελευταία έτη την εξαιρετική πορεία των κερδών των επιχειρήσεων.»
 
Οι τροφοδότες του δομικού πληθωρισμού
 
«Ο πληθωρισμός των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών» αναφέρεται χαρακτηριστικά «ανήλθε στο 6,4% το 2023 και των υπηρεσιών στο 4,5%, με συμβολές 1,22 και 2,01% αντίστοιχα στο γενικό πληθωρισμό. Και οι δύο αυτές συνιστώσες του εναρμονισμένου πληθωρισμού αλλά και του πυρήνα του πληθωρισμού ενσωμάτωσαν από τα μέσα του 2022 έως και τα μέσα του 2023 τις πολύ υψηλές και συνεχόμενες αυξήσεις κατά κύριο λόγο στην ενέργεια αλλά και στη διατροφή (high pass- through). Έκτοτε κατέγραψαν θετικούς ετήσιους ρυθμούς με σαφή τάση αποκλιμάκωσης.


«Ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τιμών των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών το 2023 (6,4%) υπερέβη τον αντίστοιχο μέσο ετήσιο ρυθμό του 2022 (5,0%), λόγω της περαιτέρω επιτάχυνσης του ετήσιου ρυθμού των ειδών ένδυσης-υπόδησης (6,7% το 2023 από 5,2% το 2022) και των διαρκών αγαθών και ειδών νοικοκυριού (8,4% το 2023 από 5,0% το 2022). Η πτωτική πορεία των ενεργειακών αγαθών και η χαλάρωση των διεθνών πιέσεων στις εφοδιαστικές αλυσίδες οδήγησε στην αποκλιμάκωση των ετήσιων ρυθμών αυτών των ειδών κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2023.
 
»Ο πληθωρισμός των υπηρεσιών παρέμεινε στο επίπεδο του 2022 (4,5%). Εντονότερες πληθωριστικές πιέσεις υπήρξαν εντός του 2023 κυρίως στις υπηρεσίες εστίασης (7,1% το 2023 από 4,7% το 2022), στις πολιτιστικές δραστηριότητες (3,8% από 2,6%) και στις υπηρεσίες που σχετίζονται με την υγεία, όπως είναι οι ιατρικές, οδοντιατρικές και παραϊατρικές υπηρεσίες (4,4% από 1,2%) και η νοσοκομειακή περίθαλψη (1,1% από 0,6%).
 
Η αποκλιμάκωση του γενικού πληθωρισμο
 
Η ενέργεια υπήρξε το καύσιμο της ανόδου του πληθωρισμού το 2ο22. «Το 2022 η έντονη ανοδική πορεία του πληθωρισμού οφειλόταν σε όλες τις κύριες συνιστώσες του,σημειώνεται στην έκθεση «με τη συμβολή των ενεργειακών αγαθών να κατέχει δεσπόζουσα θέση, καθώς αυτά κατέγραψαν μέση αύξηση 41,0%. Μερική αντιστροφή της εικόνας υπήρξε το 2023 όσον αφορά τα ενεργειακά αγαθά, τα οποία κατέγραψαν μέση πτώση -13,4% και υπήρξαν η μόνη συνιστώσα που οδήγησε το γενικό εναρμονισμένο πληθωρισμό στην καταγραφή χαμηλότερου μέσου ετήσιου ρυθμού το 2023 σε σύγκριση με το 2022. Σε αντιδιαστολή με την ενέργεια, οι υπόλοιπες τέσσερις συνιστώσες κινήθηκαν αυξητικά, γεγονός που αποτυπώθηκε στην επιτάχυνση του πυρήνα του πληθωρισμού (6,2% το 2023 από 5,7% το 2022), και έτσι συγκράτησαν την περαιτέρω υποχώρηση του γενικού πληθωρισμού. 
 
 

»Πιο συγκεκριμένα, η συμβολή της ενέργειας στο γενικό πληθωρισμό ήταν -1,69 ποσοστιαίες μονάδες. Όλες οι κύριες υποσυνιστώσες της ενέργειας κατέγραψαν αρνητικούς μέσους ετήσιους ρυθμούς το 2023: τα καύσιμα αυτοκινήτων -7,8%, το ηλεκτρικό ρεύμα -15,0%, το φυσικό αέριο-49,3% και το πετρέλαιο θέρμανσης -11,8%. Ο αποπληθωρισμός των ενεργειακών υποδεικτών οφείλεται στις χαμηλότερες τιμές των ενεργειακών αγαθών σε σχέση με το 2022, στις κρατικές επιδοτήσεις και στις ισχυρές καθοδικές επιδράσεις βάσης (base effects).
 
»Τα είδη διατροφής συνολικά κατέγραψαν μέση ετήσια αύξηση 9,9% το 2023 (τα επεξεργασμένα είδη 9,3% και τα μη επεξεργασμένα είδη 11,1%) και συνέβαλαν κατά 2,61% στο γενικό πληθωρισμό (η συμβολή των επεξεργασμένων τροφίμων ήταν 1,71 ποσ. μον. ενώ η συμβολή των μη επεξεργασμένων τροφίμων ήταν 0,90%). Μεγάλες μέσες ετήσιες αυξήσεις κα- τέγραψαν το ρύζι (12,8% το 2023 από 5,8% το 2022), το χοιρινό κρέας (15,5% από 9,8%), τα αλλαντικά (12,9% από 6,1%), τα νωπά ψάρια (5,5% από 2,1%), τα αυγά (16,1% από 12,4%), το ελαιόλαδο (30,1% από 20,1%), τα νωπά φρούτα (9,6% από 4,8%), τα διατηρημένα ή επεξεργασμένα λαχανικά (10,9% από 8,2%), τα γλυκά κουταλιού-μαρμελάδες-μέλι (7,5% από 2,4%), οι σοκολάτες και τα προϊόντα σοκολάτας (8,2% από 4,4%), τα προϊόντα ζαχαροπλαστικής.»
 
Κόστος εργασίας
 
Αν και σημειώθηκε αύξηση των μέσων αμοιβών το 2023 , ωστόσο οι συνολικές αμοιβές των εργαζομένων παρέμειναν στο ίδιο περίπου επίπεδο με το 2022, «λόγω της επιβράδυνσης της ανόδου της συνολικής και της μισθωτής απασχόλησης.» αναφέρει η έκθεση «Έτσι, η αύξηση της παραγωγικότητας ήταν περιοριοσμένη και το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξήθηκε σημαντικά Εξάλλου, η αγοραστική δύναμη των μέσων αμοιβών αυξήθηκε κατά 1,2%. Επίσης, ο δείκτης μισθολογικού κόστους της ΕΛΣΤΑΤ εμφάνισε ετήσιο ρυθμό αύξησης 5,9% το 2023 (στοιχεία χωρίς εποχική ή άλλη διόρθωση).
 
»Ειδικότερα, στον επιχειρηματικό τομέα το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2023 υπογράφηκαν 209 νέες επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις, οι οποίες αφορούν 137.179 μισθωτούς. Από αυτές, 59 συμβάσεις προβλέπουν αυξήσεις μισθών, ενώ οι υπόλοιπες δεν περιλαμβάνουν μισθολογικές ρυθμίσεις. Ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 9,4% από 1.4.2023, με αποτέλεσμα το κατώτατο ημερομίσθιο να διαμορφωθεί στα 780 ευρώ.14 Εξάλλου, στο εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου η δαπάνη του τομέα για αμοιβές εργαζομένων αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 6,6% (στοιχεία μη χρηματοοικονομικών λογαριασμών θεσμικών τομέων). Επίσης, από την ηλεκτρονική καταγραφή των μισθωτών με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στις επιχειρήσεις προκύπτει ότι την περίοδο 1.10-15.12.2023 οι μέσες μηνιαίες αποδοχές ήταν αυξημένες κατά 6,3% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022.
 
 

»Στον τομέα της γενικής κυβέρνησης, οι δαπάνες για αμοιβές υπαλλήλων αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 3,1% το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2023. Σύμφωνα με τους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, στο εννεάμηνο ο μέσος ρυθμός αύξησης ήταν 3,3%.
 
»Το 2024 οι μέσες αποδοχές και το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αναμένεται ότι θα εξακολουθήσουν να αυξάνονται με ρυθμούς ανάλογους του 2023, ενώ η άνοδος της παραγωγικότητας θα παραμείνει περιορισμένη. Η άνοδος των αποδοχών το 2024 θα επηρεαστεί τόσο από την αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων όσο και από τη λήξη16 της αναστολής των επιδομάτων προϋπηρεσίας (τριετιών) των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, η οποία είχε νομοθετηθεί κατά την περίοδο των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής. Επιπλέον, επισπεύσθηκε νομοθετικά η διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού,17 προκειμένου να χορηγηθεί νέα αύξηση από 1ης Απριλίου 2024.»
 
Τα συμπεράσματα
 
Σύμφωνα με την ακτινογραφία του πληθωρισμού τα επιχειρηματικά κέρδη παρά την υποχώρησή τους το 2023 σημειώνουν σημαντική άνοδο και τροφοδοτούν σε σημαντικό βαθμό τις πληθωριστικές πιέσεις. «Οι διακυμάνσεις του πληθωρισμού την περίοδο 2020-2023 οφείλονται κυρίως στις διαταραχές στην αγορά ενέργειας και δευτερευόντως στις διακυμάνσεις στις τιμές των τροφίμων», αναφέρουν τα συμπεράσματα για τον πληθωρισμό.
 
«Οι αυξητικές πιέσεις στις τιμές από την αγορά εργασίας άρχισαν αφού ο πληθωρισμός μετριάστηκε και έχουν παραμείνει περιορισμένες. Συνεπώς, οι υποβόσκουσες πιέσεις στον πληθωρισμό κατά την περίοδο που αυτός είχε κορυφωθεί εδράζονταν κατά κύριο λόγο σε διαταραχές προσφοράς. Τέτοιες διαταραχές προκαλούν προκλήσεις για τις νομισματικές αρχές, αφού τα εργαλεία νομισματικής πολιτικής είναι λιγότερο αποτελεσματικά σε σύγκριση με τις διαταραχές ζήτησης. Εντούτοις, είναι σημαντικό η νομισματική πολιτική να αντιδράσει έγκαιρα σε παρατεταμένες διαταραχές προσφοράς, προκειμένου να αποτρέψει την άνοδο των προσδοκιών πληθωρισμού, και οι αυξήσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ, όπως και από άλλες κεντρικές τράπεζες, έδρασαν προς αυτή την κατεύθυνση.
 
www.ot.gr